Ιγμορίτιδα: Ολοκληρωμένη θεραπεία, οριστική λύση


igmoritida1
Η ιγμορίτιδα είναι μία από τις πιο συνηθισμένες αιτίες επίσκεψης στον ιατρό. Πλήττει μικρούς και μεγάλους, πολλές φορές για μερικές ημέρες αλλά συχνά με τακτικές υποτροπές που βασανίζουν τον πάσχοντα για μήνες ή και χρόνια. Η έγκαιρη αναγνώριση των συμπτωμάτων και η ολοκληρωμένη αντιμετώπιση της νόσου και των προδιαθεσικών της παραγόντων είναι ο μόνος τρόπος οριστικής ανακούφισης.

Αν και συχνή πάθηση, πολλοί συγχέουν την ιγμορίτιδα με το κοινό κρυολόγημα και τη ρινίτιδα. Αυτό δεν είναι παράδοξο, αφού η συμπτωματολογία παρουσιάζει πολλές ομοιότητες και η ιγμορίτιδα εμφανίζεται συχνά ως επιπλοκή του κρυολογήματος. Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι η φλεγμονή δεν επικεντρώνεται στο βλεννογόνο της ρινός αλλά των ιγμορείων ή των άλλων παραρρινίων κόλπων ενώ το αίτιο παύει να είναι ιός και γίνεται βακτηρίδιο.
Παραρρίνιοι κόλποι…
Οι παραρρίνιοι κόλποι είναι αεροφόρες κοιλότητες που βρίσκονται στα οστά του προσώπου πλησίον της μύτης και επικοινωνούν με αυτήν διαμέσου στενών πόρων (καναλιών). Υπάρχουν τέσσερις τέτοιοι παραρρίνιοι κόλποι:
  • Δύο ιγμόρεια που βρίσκονται στα ζυγωματικά,
  • Δύο μετωπιαίοι κόλποι πίσω από την περιοχή των φρυδιών,
  • Οι ηθμοειδείς κυψέλες στη βάση της μύτης μεταξύ των οφθαλμών και
  • Ο σφηνοειδής κόλπος στο ανώτερο τμήμα της μύτης και πίσω από τους οφθαλμούς.
Ως αεροφόρες κοιλότητες με σταθερά τοιχώματα και επικοινωνία με την μύτη λειτουργούν σαν αντηχεία ενισχύοντας την φωνή. Για το λόγο αυτό τυχόν απόφραξή τους σε κρυολόγημα αλλοιώνει τη φωνή μας. Επίσης, χρησιμεύουν στο να καθαρίζουν, να εφυγραίνουν και να θερμαίνουν τον εισπνεόμενο αέρα.
Τα τελευταία πραγματοποιούνται με την βοήθεια της βλέννης που παράγει ο βλεννογόνος ο οποίος επενδύει το εσωτερικό των κόλπων. Η δε βλέννη με τις παγιδευμένες σε αυτήν ακαθαρσίες (πχ σκόνη) απομακρύνεται διαμέσου των πόρων προς τη μύτη χάρη στη κίνηση μικροσκοπικών τριχιδίων που ονομάζονται κροσσοί.
Τι γίνεται όμως αν τα στόμια αποφραχθούν ή δεν λειτουργούν οι κροσσοί και συσσωρεύεται η βλέννη;
…και παραρρινοκολπίτιδες
Σε αυτήν την περίπτωση δημιουργούνται ιδανικές συνθήκες για τον πολλαπλασιασμό των ελαχίστων μικροβίων που προϋπήρχαν, με τελικό αποτέλεσμα την εμφάνιση ιγμορίτιδας ή άλλης παραρρινοκολπίτιδας.
Ο λόγος για τον οποίο ακούμε περισσότερο για ιγμορίτιδα παρά για πχ μετωπιαία κολπίτιδα είναι ότι τα στόμια παροχέτευσης των ιγμορείων είναι τοποθετημένα ψηλά με αποτέλεσμα οι κροσσοί να λειτουργούν αντίθετα από τη βαρύτητα και να δυσχεραίνεται η εκκένωση των ιγμορείων.
Τα κυριότερα αίτια που δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες λοίμωξης των παραρρινίων κόλπων είναι:
  • Κρυολογήματα - Αποτελούν το συνηθέστερο αίτιο. Το “πρήξιμο” του βλεννογόνου από την φλεγμονή που προκαλούν οι ιοί και η υπερπαραγωγή βλέννης συχνότατα αποφράσσουν τους πόρους.
  • Αλλεργίες - Παρομοίως η εισπνοή αλλεργιογόνων ουσιών προκαλεί φλεγμονή στο βλεννογόνο της μύτης με τις γνωστές συνέπειες.
  • Κάπνισμα - Είναι σημαντικός παράγοντας γιατί ο καπνός καταστέλλει τη λειτουργία των κροσσών, παρεμποδίζοντας την απομάκρυνση της βλέννης.
  • Ρινικοί πολύποδες - Είναι σαρκώδεις σχηματισμοί που μπορούν να αποφράξουν τους πόρους.
  • Ανατομικές ανωμαλίες - Σημαντικότερη είναι το ανώμαλο ρινικό διάφραγμα το οποίο μπορεί να είναι στραβό εκ γενετής ή κατόπιν τραυματισμού και να αποφράσσει του πόρους. Παράλληλα, ορισμένοι άνθρωποι γεννιούνται με στενούς πόρους επικοινωνίας παραρρινίων-μύτης.
Πρέπει να σημειωθεί ότι οι παραρρίνιοι κόλποι επικοινωνούν και η λοίμωξη μπορεί να μεταδίδεται μεταξύ τους. Τέλος, η γειτνίαση του εδάφους των ιγμορείων με την άνω γνάθο έχει ως αποτέλεσμα αποστήματα οδόντων να μπορούν να επεκταθούν προς τα ιγμόρεια, αποτελώντας έτσι αίτιο ιγμορίτιδας.
Συμπτωματολογία – Διάγνωση
Όπως προαναφέρθηκε, το κρυολόγημα συχνά προηγείται της ιγμορίτιδας και εμφανίζεται με παρεμφερή συμπτωματολογία, με αποτέλεσμα τα δύο να συγχέονται.
Η υποψία της ιγμορίτιδας θα τεθεί όταν μετά την παρέλευση μιας εβδομάδας κρυολογήματος τα συμπτώματα επιμένουν. Αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο αν μετά από μια αρχική βελτίωση παρουσιαστεί επιδείνωση.
Αρχικά κυριαρχούν τα συμπτώματα του κρυολογήματος: ρινική απόφραξη και οπισθορρινική έκκριση που συχνά δημιουργεί μια δυσάρεστη πικρή γεύση ενώ οι βλέννες είναι πυκνές με κιτρινοπράσινο χρώμα. Μπορεί να υπάρχει βήχας, κυρίως νυχτερινός, και περίπου οι μισοί πάσχοντες θα εμφανίσουν πυρετό.
Χαρακτηριστικό σύμπτωμα είναι το αίσθημα βάρους στο πρόσωπο και η κεφαλαλγία, η οποία επιδεινώνεται με το σκύψιμο ενώ είναι εντονότερη το πρωί με το ξύπνημα και βελτιώνεται κατά τη διάρκεια της ημέρας. Ενίοτε συνυπάρχει αίσθημα ζάλης.
Ο πόνος εντοπίζεται στην υπερκείμενη του παραρρινίου κόλπου που φλεγμαίνει περιοχή του προσώπου και είναι δυνατόν να επιτείνεται με την πλήξη της περιοχής. Παράλληλα, σε ορισμένες περιπτώσεις το υπερκείμενο δέρμα είναι ερυθρό. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ηθμοειδίτιδας είναι το οίδημα των βλεφάρων.
Με βάση τα ανωτέρω και τα αποτελέσματα της κλινικής του εξέτασης, ο ιατρός θα υποψιαστεί την παραρρινοκολπίτιδα και θα επιδιώξει να επιβεβαιώσει τη διάγνωση με τη βοήθεια ακτινογραφίας και συχνά με αξονική τομογραφία. Χρήσιμη είναι σε ειδικές περιπτώσεις και η ενδοσκόπηση των ιγμορείων. Σε κάθε περίπτωση όμως οι απεικονιστικές εξετάσεις αξιολογούνται έχοντας υπόψη την κλινική εικόνα.
Θεραπεία
Η θεραπεία πρέπει να ξεκινήσει έγκαιρα και να είναι ολοκληρωμένη για τρεις λόγους: για την γρήγορη ανακούφιση του πάσχοντος, την πρόληψη των υποτροπών, την αποφυγή της χρονιότητας και την πρόληψη των σπανίων πλην σοβαρών επιπλοκών (πχ μηνιγγίτιδα).
Ακρογωνιαίος λίθος της θεραπείας είναι η χορήγηση των κατάλληλων αντιβιοτικών κατά των συνήθων παθογόνων μικροοργανισμών. Αυτή διαρκεί 10-14 ημέρες σε περιπτώσεις οξείας νόσου ή και περισσότερο.

Σε αυτό το σημείο πρέπει να τονιστεί η σημασία της τήρησης αυτής της σχετικά μεγάλης διάρκειας αγωγής. Επειδή τα ιγμόρεια είναι οστέινες κοιλότητες, δεν είναι εύκολη η διείσδυση του αντιβιοτικού σε αυτά. Σε περίπτωση ατελούς θεραπείας είναι βέβαιο ότι η νόσος θα χρονίσει ή θα υποτροπιάσει, ενδεχομένως με πιο ανθεκτικά στελέχη βακτηριδίων.
Συμπληρωματικά με τα αντιβιοτικά χορηγούνται αποσυμφορητικά και/ή κορτικοστεροειδή με στόχο να περιοριστεί η φλεγμονή του βλεννογόνου και να διευκολυνθεί η παροχέτευση των παραρρινίων κόλπων. Τέλος, μπορούν να χορηγηθούν και παυσίπονα.
Αντισταμινικά δίνονται μόνο όταν εμπλέκεται σαφής αλλεργικός παράγοντας γιατί σε αντίθετη περίπτωση είναι επιβλαβή. Τα συγκεκριμένα φάρμακα μειώνουν τις εκκρίσεις (δάκρυα, σάλιο κλπ), με αποτέλεσμα η βλέννη να γίνεται πιο πυκνόρρευστη και κατά συνέπεια η απομάκρυνσή της ακόμα πιο δύσκολη.
Η αντιμετώπιση της χρόνιας παραρρινοκολπίτιδας δεν είναι πάντοτε τόσο εύκολη. Συνδυασμός αντιβιοτικών χορηγούνται για τουλάχιστον τρεις εβδομάδες ενώ μπορεί να απαιτηθεί χειρουργική παρέμβαση ώστε να ληφθεί υλικό για καλλιέργεια και να διανοιχτούν οι πόροι παροχέτευσης. Οπωσδήποτε πρέπει να διερευνώνται τυχόν αλλεργικά ή ανατομικά αίτια και να διορθώνονται.
Μερικές πρακτικές συμβουλές
  • Δεν παραμελούμε τις αλλεργίες
  • Απευθυνόμαστε έγκαιρα στον ιατρό
  • Τηρούμε με ευλάβεια την αγωγή που μας συνέστησε
  • Πίνουμε πολλά υγρά ώστε η βλέννη να γίνει πιο λεπτόρρευστη και να παροχετεύεται ευκολότερα
  • Αν καπνίζουμε, σταματάμε τουλάχιστον μέχρι να συνέλθουμε
  • Το ίδιο για τα οινοπνευματώδη
  • Φροντίζουμε ο χώρος που κοιμόμαστε να έχει επαρκείς υδρατμούς
  • Δεν χρησιμοποιούμε αποσυμφορητικά για περισσότερες από πέντε ημέρες γιατί το αποτέλεσμα θα είναι το αντίθετο από το επιδιωκόμενο.
health.in.gr

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις